Η αγορά γαλακτομικών συνιστά έναν εξαιρετικά ανθεκτικό κλάδο καθώς τα προϊόντα της εντάσσονται στα βασικά είδη διατροφής των Ελλήνων καταναλωτών ενώ πολλές από τις εταιρείες που δραστηριοποιούνται στο χώρο επενδύουν συνεχώς στην αναβάθμιση του παραγωγικού τους εξοπλισμού και στη δημιουργία νέων προϊόντων προκειμένου ν’ ανταποκριθούν στις εκάστοτε ανάγκες των καταναλωτών.
Ωστόσο, η οικονομική ύφεση δεν άφησε ανεπηρέαστο τον κλάδο. Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη της Infobank Hellastat Α.Ε. και την Μαρία Θεοδοσοπούλου, Sectorial Studies Consultant, οι βασικότεροι λόγοι που συνέβαλαν στη μείωση της εγχώριας κατανάλωσης, ήταν
- η σταδιακή συρρίκνωση της αγοραστικής δύναμης των καταναλωτών,
- η αύξηση του συντελεστή ΦΠΑ και
- η κατάρρευση του δικτύου καταστημάτων της Μαρινόπουλος.
Ωστόσο, το 2018 ο κλάδος άρχισε να παρουσιάζει μία σταθερότητα, σημειώνοντας μικρή άνοδο, η οποία φαίνεται να συνεχίζει και το 2019. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με στοιχεία της Nielsen, ο συνολικός τζίρος του κλάδου των γαλακτοκομικών προϊόντων από τα super market – συμπεριλαμβανομένων και των καταστημάτων της Lidl – ανήλθε στα €1,648 δισ., παρουσιάζοντας οριακή αύξηση σε σχέση με το 2017. Επίσης, ανοδικά κινήθηκαν οι πωλήσεις και το πρώτο πεντάμηνο του 2019, αγγίζοντας περίπου τα €627 εκ.
Βέβαια τα έσοδα στο συγκεκριμένο κλάδο είναι πολλά περισσότερα, αν αναλογιστεί κανείς τις πωλήσεις σε χώρους εστίασης, αλλά και σε μικρότερα καταστήματα λιανικής πώλησης (mini market, αρτοποιεία κ.α.). Για το λόγο αυτό, αρκετές βιομηχανίες τροφίμων έχουν εκδηλώσει ενδιαφέρον να διευρύνουν την προϊόντική τους βάση, εισχωρώντας στην αγορά των γαλακτοκομικών προϊόντων.
Χρηματοοικονομική ανάλυση του κλάδου:
Στη μελέτη της IBHS αναλύονται οι οικονομικές κατά-στάσεις 99 επιχειρήσεων παραγωγής γαλακτοκομικών προϊόντων. Τα βασικά συμπεράσματα συνοψίζονται στα εξής:
Ο Κύκλος Εργασιών το 2017 αυξήθηκε κατά 4,6% στα €2,04 δισ., από €1,95 δισ. 2016.
- Τα ΚΠΤΦΑ αυξήθηκαν σημαντικά κατά 34,7% στα €175,88 εκ., από €130,61 εκ. το 2016.
- Τα ΚΠΦ σημείωσαν μεγαλύτερη άνοδο κατά 59%, αγγίζοντας τα €110,14 εκ., από €69,25 εκ. το προηγούμενο έτος.
- Τα περιθώρια EBITDA και EBT διαμορφώθηκαν στο 6,8% και 2,5% αντίστοιχα.
- Η κεφαλαιακή μόχλευση βελτιώθηκε στο 1,36 προς 1.
- Οι Απαιτήσεις εισπράχθηκαν περίπου σε 107 ημέρες, από 115 ημέρες το 2016.
- Η σύνθεση παθητικού σε ποσοστά: