Ραγδαία ανάπτυξη παρουσιάζει κατά την τελευταία δεκαετία η αγορά των τροφίμων χωρίς γλουτένη, με το μέγεθός της να αναμένεται να διπλασιαστεί τα επόμενα 10 χρόνια.
Η εταιρεία ερευνών Visiongain προβλέπει ότι η ανάπτυξη της αγοράς αυτής θα επιβραδυνθεί βαθμιαία, αλλά θα παραμείνει επικερδής καθ ‘όλη τη διάρκεια της περιόδου πρόβλεψης. Όπως αναφέρεται, υπάρχουν αξιοσημείωτες διαφορές ανά γεωγραφική περιφέρεια όσον αφορά στη δημοτικότητα της διατροφής χωρίς γλουτένη. Ακόμα κι αν αυτή είναι εξαιρετικά δημοφιλής στις δυτικές χώρες, η τάση αυτή δεν είναι κοινή μεταξύ των καταναλωτών σε κάποιες άλλες περιοχές. Η Visiongain προβλέπει ότι η παγκόσμια αγορά για τα τρόφιμα χωρίς γλουτένη θα φτάσει τα 3,91 δισ. δολάρια το 2015.
Πριν από δέκα χρόνια, τα τρόφιμα χωρίς γλουτένη πωλούνταν μόνον σε τοπικούς φούρνους και σε καταστήματα με είδη υγιεινής διατροφής. Αν και τα περισσότερα από τα πρώτα προϊόντα ήταν άγευστα, πλέον η γεύση και η διάρκεια ζωής αυτών των προϊόντων, αναφέρεται ότι έχουν βελτιωθεί σημαντικά. Τα προϊόντα χωρίς γλουτένη βρίσκονται τώρα στην ευρεία αγορά και πωλούνται σε κανονικά καταστήματα λιανικής πώλησης.
Σύμφωνα με την Visiongain, η συχνότητα εμφάνισης παθήσεων όπως η κοιλιοκάκη και η δυσανεξία στη γλουτένη έχουν αυξηθεί σημαντικά τις τελευταίες δεκαετίες. Ωστόσο, η ταχέως αναπτυσσόμενη αγορά των τροφίμων χωρίς γλουτένη, έχει ωφεληθεί κυρίως από το ευρύτερο κοινό που ακολουθεί δίαιτες χωρίς γλουτένη ή σιτάρι για λόγους υγείας, απώλειας βάρους ή άλλους λόγους και όχι τόσο από τους πάσχοντες από κοιλιοκάκη. Παραδόξως, η αντίληψη ότι τα απαλλαγμένα από γλουτένη προϊόντα είναι γενικά πιο καλά για την υγεία από ό,τι τα συμβατικά αντίστοιχά τους, δεν επικυρώνεται από καμία επιστημονική μελέτη.
Ένας αυξανόμενος αριθμός μεταποιητών τροφίμων συνεχίζει να λανσάρει προϊόντα χωρίς γλουτένη, χρησιμοποιώντας όρους που συνδέονται με «φυσικά» ή «πιο υγιεινά» τρόφιμα και όχι μόνο ως τρόφιμα χωρίς γλουτένη. Αυτοί οι ισχυρισμοί απευθύνονται σε ένα ευρύτερο κοινό και εκτιμάται ότι μπορεί να συμβάλλουν στη συνέχιση της ανάπτυξης της κατηγορίας, ακόμα και όταν οι καταναλωτές στραφούν σε μια άλλη διατροφική τάση στο μέλλον.