Πτώση σημειώθηκε στο διμερές εμπόριο μεταξύ Ελλάδας – Ρωσίας κατά το 2014 κυρίως λόγω του εμπάργκο, ενώ σε ότι αφορά στη σύνθεση των συνολικών ελληνικών εξαγωγών προς τη Ρωσία, τα γουνοδέρματα κατέχουν την πρώτη θέση και ακολουθούν τα ροδάκινα και οι φράουλες.
Σύμφωνα με προσωρινά στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, όπως αναφέρει ενημερωτικό σημείωμα της Υπηρεσίας Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων της πρεσβείας μας στην Μόσχα, ο όγκος εμπορίου μειώθηκε κατά 26% και ανήλθε σε 5,2 δισ. ευρώ, με τις ελληνικές εξαγωγές να διαμορφώνονται σε 357 εκ. ευρώ, μειωμένες κατά 12%, και τις εισαγωγές να ανέρχονται σε 4,8 δισ. ευρώ, παρουσιάζοντας μείωση κατά 27%. Το εμπορικό ισοζύγιο, παρά τη βελτίωσή του κατά 28%, παρέμεινε έντονα ελλειμματικό για τη χώρα μας.
Βασικοί παράγοντες που διαμόρφωσαν την εικόνα του διμερούς εμπορίου κατά το 2014 είναι τόσο η απαγόρευση εισαγωγών αγροτικών προϊόντων από χώρες της Ε.Ε., των ΗΠΑ, της Αυστραλίας, του Καναδά και της Νορβηγίας που επεβλήθη σε απάντηση των κυρώσεων που εφήρμοσαν οι χώρες αυτές προς τη Ρωσία για τη στάση της στην κρίση της Ουκρανίας, όσο και η δραματική διολίσθηση του ρωσικού νομίσματος ιδίως κατά το β ́ εξάμηνο του 2014.
Η από 7 Αυγούστου 2014 απαγόρευση εισαγωγών, διάρκειας ενός έτους, που επέβαλε η Ρωσία σε ορισμένες κατηγορίες αγροτικών προϊόντων, προερχομένων από τις χώρες της Ε.Ε., τις ΗΠΑ, τον Καναδά, Αυστραλία και Νορβηγία, φαίνεται να επηρέασε αρνητικά τις ελληνικές εξαγωγές προς τη Ρωσία. Οι ελληνικές εξαγωγές προϊόντων που εμπίπτουν στην απαγόρευση αυτή, οι οποίες αποτελούν το 21,5% των συνολικών ελληνικών εξαγωγών προς τη Ρωσία, σημείωσαν μείωση της τάξης του 38,5% το 2014, υποχωρώντας από 125 εκ. ευρώ το 2013 σε 77 εκ. ευρώ το 2014.
Όσον αφορά στη σύνθεση των συνολικών ελληνικών εξαγωγών προς τη Ρωσία, τα γουνοδέρματα κατέχουν την πρώτη θέση, με μερίδιο 21,1% επί των συνολικών εξαγωγών, και ακολουθούν τα ροδάκινα με μερίδιο 7,9%, οι φράουλες 5,1%, οι ανελκυστήρες με 4,8% και οι τηλεφωνικές συσκευές με 4,7%.
Από την πλευρά των εισαγωγών από τη Ρωσία, το συντριπτικό μερίδιο κατέχουν τα ακατέργαστα λάδια από πετρέλαιο ή από ασφαλτούχα ορυκτά (43%) και τα λάδια από πετρέλαιο ή από ασφαλτούχα ορυκτά, άλλα από τα ακατέργαστα (38,8%), και ακολουθούν το φυσικό αέριο (10,8%), και το αργίλιο, όχι σε κράμα, σε ακατέργαστη μορφή (2,9%).