Την ανάγκη “συμφωνίας” ή έστω “σύγκλισης” σε “δέσμη πολιτικών για θεμελιώδη ζητήματα, όπως το παραγωγικό πρότυπο της χώρας”, σημειώνει το Κέντρο Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ) στο μηνιαίο δελτίο οικονομικών εξελίξεων που εξέδωσε σήμερα.
Παράλληλα, σημειώνει πως “οι πολιτικές εξελίξεις στη χώρα μας υπήρξαν ραγδαίες τις τελευταίες δύο εβδομάδες, με την ανακοίνωση της επίσπευσης των διαδικασιών για την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας και τη διεξαγωγή της πρώτης ψηφοφορίας, όπου δεν αναδείχθηκε Πρόεδρος.
Ανάλογα με την έκβαση της διαδικασίας αυτής και εφόσον δεν επέλθει συμφωνία θα διεξαχθούν εκλογές στις αρχές του 2015. Οι πολιτικές διεργασίες που αναμένεται να ολοκληρωθούν εντός του 1ου διμήνου του 2015, συμπεριλαμβανομένων των διαπραγματεύσεων για την ολοκλήρωση της έκθεσης αξιολόγησης για την ελληνική οικονομία, προκάλεσαν ανησυχίες στις αγορές, λόγω των πιθανών επιπτώσεων από μια παρατεταμένη περίοδο πολιτικής αστάθειας, καθώς οι πολιτικές δυνάμεις διαφωνούν σε ουσιώδη ζητήματα. Στην παρούσα συγκυρία, όπου η ελληνική οικονομία βρίσκεται σε κρίσιμη καμπή, με τη χειρότερη φάση της κρίσης να έχει ξεπεραστεί, απαιτείται ολοκληρωμένος σχεδιασμός για τη μελλοντική πορεία της ελληνικής οικονομίας, ενώ η ασυμφωνία και η όξυνση του κλίματος ενισχύουν την αβεβαιότητα.”
Το ΚΕΠΕ τονίζει πως “η ελληνική οικονομία ξέφυγε από το φάσμα της βαθιάς ύφεσης, καθώς σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία που δημοσιοποίησε η ΕΛΣΤΑΤ, το γ΄ τρίμηνο του 2014, το ΑΕΠ της ελληνικής οικονομίας αυξήθηκε κατά 1,6% έναντι της ίδιας περιόδου του 2013. Εντούτοις, η γενικευμένη αβεβαιότητα που συνδέεται με τις πολιτικές εξελίξεις και αντικατοπτρίζεται στους πρόδρομους δείκτες της οικονομίας, όπως τα επιτόκια των ελληνικών ομολόγων και ο δείκτης του ελληνικού χρηματιστηρίου, δημιουργεί προβληματισμό για την εξέλιξη των μακροοικονομικών δεικτών, αλλά και της πορείας των μεταρρυθμίσεων που απαιτούνται για την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας.”
Εξάλλου σημειώνεται πως “στην παρούσα συγκυρία, κρίνεται αναγκαίο το πολιτικό σύστημα να συμφωνήσει ή τουλάχιστον να συγκλίνει σε δέσμη πολιτικών για θεμελιώδη ζητήματα όπως το παραγωγικό πρότυπο της χώρας, την ύπαρξη ολοκληρωμένου σχεδιασμού για την τόνωση των επενδύσεων και των εξαγωγών, την υιοθέτηση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων για την αποτελεσματική λειτουργία της δημόσιας διοίκησης και των ανεξάρτητων θεσμών, τη διαχείριση των δημοσίων οικονομικών για τη διασφάλιση της δημοσιονομικής σταθερότητας και τη δικαιότερη κατανομή των πόρων,με στόχο την ανακούφιση των ασθενέστερων στρωμάτων που επλήγησαν περισσότερο από την κρίση, ώστε να διασφαλιστεί η κοινωνική συνοχή. Επιπλέον, καίρια για την επόμενη ημέρα κρίνεται η ύπαρξη σχεδιασμού για την κάλυψη των χρηματοδοτικών αναγκών του Δημοσίου”.
Στο μηνιαίο δελτίο για τον τρέχον μήνα, το ΚΕΠΕ σημειώνει πως “καθώς ολοκληρώνεται το 2014, το οποίο υπήρξε ένα ιδιαίτερα κρίσιμο έτος για την Ελλάδα, διαφαίνεται ότι το 2015 θα είναι επίσης αποφασιστικής σημασίας αναφορικά με την οικονομική πορεία της χώρας, το ρόλο της εντός της Ευρώπης καθώς και τη συμβολή της στην εξασφάλιση της γενικότερης σταθερότητας.
Η επιθυμητή ενίσχυση των ενθαρρυντικών προοπτικών και η οριστική στροφή της χώρας προς την οικονομική ανάκαμψη συνδέεται σε καθοριστικό βαθμό με συγκεκριμένους παράγοντες. Ένας από αυτούς αφορά στο κατά πόσο η εύθραυστη πρόοδος που έχει επιτευχθεί έως τώρα θα διαφυλαχθεί και θα συνεχιστεί, ενάντια σε τυχόν ενδιάμεσες αρνητικές διαταραχές που ενέχουν σημαντικούς κινδύνους και δύνανται να ανακόψουν ή / και να ανατρέψουν την όποια θετική κατεύθυνση των εξελίξεων. Σημαντική πρόοδος έχει συντελεστεί, για παράδειγμα, σε όρους ανταγωνιστικότητας της χώρας,σύμφωνα με τους γενικούς αλλά και πολλούς επιμέρους σχετικούς δείκτες. Τυχόν,ωστόσο, διαταραχές με αποτέλεσμα τη δημιουργία συνθηκών αβεβαιότητας στο εγχώριο οικονομικό και πολιτικό περιβάλλον, δύνανται να δράσουν ανασταλτικά ως προς ποικίλες πτυχές του οικονομικού προγράμματος και των προοπτικών της χώρας. Ένας δεύτερος παράγοντας αναφέρεται στο κατά πόσο η Ελλάδα θα καταφέρει να αξιοποιήσει προς όφελός της τα μεγαλύτερα συγκριτικά της πλεονεκτήματα, δηλαδή το υψηλής εκπαίδευσης εργατικό δυναμικό της και τους δυναμικούς της κλάδους όπως εκείνος του τουρισμού, ενάντια τόσο στις δυσμενείς επιδράσεις της βαθιάς οικονομικής ύφεσης όσο και την ύπαρξη χρόνιων στρεβλώσεων και δυσχερειών.”