Ειδήσεις
Home / Top Slider / ΙΟΒΕ: Η σπουδαιότητα της βιομηχανίας τροφίμων για την ελληνική οικονομία

ΙΟΒΕ: Η σπουδαιότητα της βιομηχανίας τροφίμων για την ελληνική οικονομία

Την σπουδαιότητα της εγχώριας βιομηχανίας τροφίμων και ποτών για την ελληνική οικονομία, αναδεικνύει η ενδέκατη έκθεση του ΙΟΒΕ για τον κλάδο, η οποία εκδίδεται σε συνεργασία με το Σύνδεσμο Ελληνικών Βιομηχανιών Τροφίμων (ΣΕΒΤ).

Η βιομηχανία τροφίμων και ποτών καλύπτει πάνω από το 1/4 (26%) του συνόλου των επιχειρήσεων της ελληνικής μεταποίησης, γεγονός που την κατατάσσει πρώτη ανάμεσα στους κλάδους της μεταποίησης. Ταυτόχρονα, συνιστά και το μεγαλύτερο εργοδότη της εγχώριας μεταποίησης, αφού σε αυτήν απασχολείται επίσης πάνω από το 1/4 (27%) του συνόλου των απασχολουμένων.

Οι υποκλάδοι

Ως προς την κατανομή των υποκλάδων των Τροφίμων και Ποτών στην Ελλάδα με βάση τα διαρθρωτικά χαρακτηριστικά που εξετάζονται, προκύπτουν τα εξής:

-Στην ακαθάριστη προστιθέμενη αξία, το μεγαλύτερο ποσοστό της σχετικής κατανομής κατέχουν η Αρτοποιία και τα αλευρώδη (26%), ενώ ακολουθούν τα Ποτά (14%), τα Άλλα είδη διατροφής (13%) και τα Γαλακτοκομικά (13%).

-Όσον αφορά την αξία παραγωγής, το μεγαλύτερο μερίδιο της σχετικής κατανομής κατέχουν η Αρτοποιία και τα αλευρώδη (20%), ενώ ακολουθούν τα Γαλακτοκομικά προϊόντα (15%), τα Ποτά (14%) και ισομερώς τα Άλλα είδη διατροφής και τα Φρούτα (11%).

– Σχετικά με τον αριθμό των επιχειρήσεων του κλάδου, το σημαντικότερο μερίδιο έχει η Αρτοποιία και τα αλευρώδη (61%), ενώ ακολουθούν τα Έλαια και λίπη (10%), τα Άλλα είδη διατροφής (7%) και τα Γαλακτοκομικά προϊόντα (6%).

-Στον κύκλο εργασιών, το μεγαλύτερο ποσοστό της σχετικής κατανομής κατέχουν τα Γαλακτοκομικά προϊόντα και η Αρτοποιία και τα αλευρώδη (από ένα 16%), με τα Ποτά και τα Φρούτα να ακολουθούν (από ένα 13%).

– Ως προς τον αριθμό των εργαζομένων, η Αρτοποιία και τα αλευρώδη (35%) έρχονται πρώτα στη σχετική κατάταξη, δεύτερα τα Γαλακτοκομικά και Φρούτα ισομερώς (12%), και ακολουθούν η Ποτοποιία και τα Άλλα είδη διατροφής (από ένα 10%).

– Τέλος, σε σχέση με παραγωγικότητα εργασίας, οι Ζωοτροφές καταγράφουν την υψηλότερη επίδοση (53,6 ευρώ ανά εργαζόμενο), ενώ ακολουθούν τα Ποτά (48,7 ευρώ ανά εργαζόμενο), τα Άλλα είδη διατροφής (45,8 ευρώ ανά εργαζόμενο) καθώς και τα Προϊόντα αλευρόμυλων (40,8 ευρώ ανά εργαζόμενο).

Ετήσιες μεταβολές βασικών μεγεθών των υποκλάδων

Σε όρους ετήσιων μεταβολών στα βασικά μεγέθη των υποκλάδων τροφίμων και στα ποτά το 2013 σε σχέση με το 2012, καταγράφεται ανοδική τάση ως προς τον αριθμό των επιχειρήσεων σε όλους τους κλάδους, με εξαίρεση τα Ποτά (-5%).

Σε όρους κύκλου εργασιών, η μεγαλύτερη άνοδος σημειώνεται στις Ζωοτροφές (43%) και ακολουθούν με μεγάλη διαφορά τα Φρούτα (5,5%). Όσον αφορά στην αξία παραγωγής, ξεχωρίζει η άνοδος των Ζωοτροφών κατά 32%.

Ως προς την ακαθάριστη προστιθέμενη αξία, δύο είναι μόνο οι υποκλάδοι των τροφίμων στους οποίους η ετήσια ποσοστιαία μεταβολή το 2013 είναι θετική, τα Φρούτα και τα λαχανικά (3,3%) και οι Ζωοτροφές (16,3%).

Τέλος, σε όρους αριθμού εργαζομένων, όλοι οι υποκλάδοι τροφίμων καταγράφουν μείωση, με εξαίρεση τα Έλαια και τα Φρούτα, τα οποία σημειώνουν άνοδο κατά 6,2% και 4% αντίστοιχα, καθώς και οριακά το Κρέας.

Στοιχεία ανά μέγεθος επιχείρησης

Σε όρους αριθμού επιχειρήσεων, τα υψηλότερα ποσοστά, τόσο στα Τρόφιμα σε ποσοστό 95%, όσο και στα Ποτά σε ποσοστό 88%, συγκεντρώνουν οι πολύ μικρές επιχειρήσεις, δηλ. εκείνες στις οποίες ο αριθμός των εργαζομένων τους δεν ξεπερνά τα 9 άτομα.

Σε όρους κύκλου εργασιών από την άλλη πλευρά, τα υψηλότερα ποσοστά, τόσο στα Τρόφιμα (36%) και πολύ περισσότερο στα Ποτά (59%), συγκεντρώνουν οι πολύ μεγάλες επιχειρήσεις, δηλ. εκείνες στις οποίες ο αριθμός των εργαζομένων τους ξεπερνά τα 250 άτομα. Στα Τρόφιμα, σημαντικό μερίδιο στον κύκλο εργασιών συγκεντρώνουν και οι πολύ μικρές επιχειρήσεις (18%), ενώ στα Ποτά το ποσοστό αυτό είναι μόλις 8%. Αυτό ερμηνεύεται από τη μεγάλη συγκέντρωση και τον υψηλό αριθμό των πολύ μικρών επιχειρήσεων (έως 9 άτομα) στα Τρόφιμα, οι οποίες φθάνουν σχεδόν τις 14.000, έναντι των 663 πολύ μικρών επιχειρήσεων στα Ποτά.

Ως προς την αξία παραγωγής και την ακαθάριστη προστιθέμενη αξία στα Τρόφιμα και πάλι η κατανομή δίνει μεγαλύτερο βάρος, όπως άλλωστε είναι αναμενόμενο, στις πολύ μεγάλες επιχειρήσεις (άνω του 36%), ενώ ακολουθούν οι μεγάλες επιχειρήσεις (32% και 30% αντίστοιχα), δηλαδή οι επιχειρήσεις με αριθμό εργαζομένων από 50 έως 249 άτομα. Στα Ποτά, οι πολύ μεγάλες επιχειρήσεις συγκεντρώνουν σχεδόν το 60% και 54% αντίστοιχα σε όρους αξίας παραγωγής και την ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας.

Στον αριθμό των εργαζομένων, στα Τρόφιμα το μεγαλύτερο ποσοστό κατανέμεται στις πολύ μικρές επιχειρήσεις (33%), ενώ ακολουθούν οι πολύ μεγάλες επιχειρήσεις (27%) και οι μεγάλες (από 50 έως 249 άτομα) (27%). Στα Ποτά, μεγάλο ποσοστό των εργαζόμενων του κλάδου (41%) απασχολούνται στις πολύ μεγάλες επιχειρήσεις, ενώ ένα 28% στις μεγάλες.

Τιμές

Σε όρους τιμών, από τον εναρμονισμένο δείκτη τιμών καταναλωτή Τροφίμων και μη αλκοολούχων ποτών προκύπτει ότι η ετήσια ποσοστιαία μεταβολή του εγχώριου δείκτη  για το 2015 ήταν ιδιαίτερα χαμηλή, της τάξης του 1,6%. Το 2014, η αντίστοιχη μεταβολή ήταν αρνητική (-1,7%), ενώ σε σχέση με την Ευρωζώνη12, οι τιμές των τροφίμων στην Ελλάδα την τελευταία τριετία βρίσκονται σε χαμηλότερα επίπεδα.

Ως προς τις ετήσιες ποσοστιαίες μεταβολές του εναρμονισμένου δείκτη τιμών καταναλωτή στα επιμέρους σχετιζόμενα με τα τρόφιμα αγαθά, το 2015 καταγράφεται εγχωρίως οριακή πτώση τιμών στο Κρέας (-0,1%), ενώ στα υπόλοιπα αγαθά τροφίμων, σε αντίθεση με το 2014, η τάση είναι θετική και εντονότερη στα Έλαια και λιπαρά (8,8%) και τα Λαχανικά (6,1%). Στα μη αλκοολούχα, αλλά και στα αλκοολούχα ποτά, η τάση μεταβολής των τιμών στη χώρα είναι οριακώς αρνητική το 2015 (-0,1%).

Κατανάλωση νοικοκυριών

Η συνολική κατά κεφαλήν κατανάλωση στην Ελλάδα είναι ίση με 12.000 ευρώ το 2014, σε τρέχουσες τιμές. Η συνολική κατά κεφαλή κατανάλωση Τροφίμων και μη αλκοολούχων ποτών το 2014 παρέμεινε σταθερή στα 2.000 ευρώ, ενώ το 2009 βρισκόταν στα 2.600 ευρώ, σημειώνοντας πτώση της τάξης του 23% σωρευτικά από το 2009 έως το 2014.

Ως μερίδιο στη συνολική κατανάλωση, τα τρόφιμα και τα μη αλκοολούχα ποτά καταλαμβάνουν το 17% το 2014, δαπάνη η οποία κατατάσσεται δεύτερη σε όρους συνολικής ιδιωτικής κατανάλωσης, ενώ ακολουθούν τα Εστιατόρια και τα Μεταφορικά με μερίδιο 14% αμφότερα.

Εξωτερικό εμπόριο

Σε όρους εξωτερικού εμπορίου, το 2014 ο κλάδος τροφίμων και ποτών σημείωσε αύξηση του εμπορικού του ελλείμματος στα €2,1 δις., από περίπου €1,9 δις. το 2013. Η άνοδος αυτή στο εμπορικό έλλειμμα του κλάδου προήλθε από την πτώση των εξαγωγών το 2014 κατά περίπου 9% σε σχέση με το προηγούμενο έτος, ήτοι κατά σχεδόν €228 εκατ. Οι εισαγωγές του κλάδου παρέμειναν στα ίδια επίπεδα, χωρίς να καταγράψουν αξιοσημείωτες μεταβολές, κυμαινόμενες στα €4,5 δις. Ως εκ τούτου, η σχετική σταθερότητα στις εισαγωγές, σε συνδυασμό με τη μείωση των εξαγωγών οδήγησαν στην αύξηση του εμπορικού ελλείμματος το 2014. Ένα χρόνο πριν, κατά το 2013, το εμπορικό έλλειμμα τροφίμων και ποτών είχε διαμορφωθεί στο χαμηλότερο επίπεδο της τελευταίας πενταετίας.

Περνώντας στους βασικούς υποκλάδους τροφίμων και ποτών, τα επεξεργασμένα φρούτα και λαχανικά παρουσιάζουν πλεονασματικό εμπορικό ισοζύγιο το 2014. Οι υπόλοιποι κλάδοι καταγράφουν εμπορικό έλλειμμα. Το υψηλότερο έλλειμμα σε όρους εμπορικού ισοζυγίου παρουσιάζει ο κλάδος επεξεργασμένου κρέατος, φθάνοντας τα €957 εκατ. Από τους υπόλοιπους υποκλάδους, τα σχετικά ελλειμματικά εμπορικά ισοζύγια είναι υψηλότερα στα άλλα είδη διατροφής, τα γαλακτοκομικά προϊόντα και τα επεξεργασμένα ψάρια. Στην παραγωγή ελαίων και λιπών, αλλά και στα είδη αρτοποιίας, το σχετικό έλλειμμα είναι σχετικά χαμηλό το 2014.

Εργατικό δυναμικό

Η βιομηχανία Τροφίμων αποτελεί το μεγαλύτερο εργοδότη της ελληνικής μεταποίησης. Το μερίδιό της στο σύνολο των εργαζομένων της μεταποίησης καταγράφει αύξηση τα τελευταία χρόνια, ως αποτέλεσμα όμως και της μείωσης του συνολικού εργατικού δυναμικού στις βιομηχανικές επιχειρήσεις της χώρας.

Από το 2013 και μετά, η πτωτική τάση στον αριθμό των εργαζομένων στα τρόφιμα και ποτά αλλάζει και ο ρυθμός μεταβολής βαίνει θετικός. Το 2015, οι εργαζόμενοι στη μεταποίηση τροφίμων και ποτών αυξάνονται κατά 5,7%, φθάνοντας τους 120 χιλιάδες περίπου. Αντίστοιχη, κατά το ίδιο έτος, είναι και η άνοδος στο σύνολο της μεταποίησης.

Από τους υποκλάδους των τροφίμων και ποτών το 2015, σχεδόν όλοι παρουσιάζουν αυξημένο αριθμό εργατικού δυναμικού. Συγκεκριμένα, τα Είδη αρτοποιίας, ο υποκλάδος με τους περισσότερους εργαζόμενους (55 χιλ. το 2015), καταγράφει άνοδο της τάξης του 9% το 2015 σε σχέση με το 2014. Τα Άλλα είδη διατροφής, ο δεύτερος κατά σειρά μεγαλύτερος υποκλάδος σε όρους εργατικού δυναμικού, αύξησε το δυναμικό του το 2015 κατά 2%, φθάνοντας τις 12,8 χιλ. εργαζομένων. Τα Γαλακτοκομικά παρουσιάζουν άνοδο της απασχόλησης κατά 14% το 2015, με 10,5 χιλ. εργαζόμενους, ενώ σημαντική είναι η αύξηση του εργατικού δυναμικού στον κλάδο των Ζωοτροφών, ο οποίος υπερδιπλασιάζει τους απασχολούμενούς του στους 1.600.

Εξαίρεση στην ανοδική πορεία της απασχόλησης του τομέα το 2015 αποτελούν τα Ποτά και το Κρέας, κλάδοι οι οποίοι σημειώνουν πτώση στον αριθμό των εργαζομένων τους, της τάξης του 18% και 12% αντίστοιχα.