Ανάπτυξη της τάξης του 6,72% αναμένεται να παρουσιάσει η παγκόσμια αγορά γιαούρτης μέχρι το 2018, σύμφωνα με την έρευνα «Global Yogurt Market 2014-2018», που πραγματοποίησε η αμερικανική ReportsnReports.com.
Στην έρευνα αναφέρεται ότι η ανάπτυξη του οργανωμένου λιανικού εμπορίου -η οποία θα συνεχισθεί με έντονους ρυθμούς-, έχει ανοίξει νέες πόρτες στην παγκόσμια αγορά γιαούρτης, καθώς, εκτός από την πώληση των προϊόντων τους μέσα από τα οργανωμένα κανάλια λιανικής πώλησης, οι επιχειρήσεις παραγωγής γιαούρτης μπορούν να διεξάγουν σειρά προωθητικών ενεργειών για την διαφήμισή τους. Μπορούν να επικοινωνούν με τους καταναλωτές μέσω του πωλητή τους και να παρέχουν πληροφορίες σχετικά με το διατροφικό περιεχόμενο των προϊόντων τους.
Σύμφωνα με την έκθεση, η αύξηση της ευαισθητοποίησης των καταναλωτών για τα διατροφικά οφέλη του γιαουρτιού αποτελεί τη σημαντικότερη κινητήρια δύναμη στην παγκόσμια αγορά γιαούρτης. Τα τελευταία χρόνια, όπως αναφέρεται, οι καταναλωτές είναι πιο συνειδητοποιημένοι για την σπουδαιότητα της διατροφής στην υγεία τους και τη θρεπτική αξία των τροφίμων που καταναλώνουν. Το γιαούρτι έχει γίνει ένα σημαντικό μέρος των διατροφικών τους συνηθειών, καθώς αποκτούν όλο και μεγαλύτερη επίγνωση της θρεπτικής του αξίας.
Ως γνωστό, το γιαούρτι παράγεται από τη βακτηριακή ζύμωση του γάλακτος, και είναι πλούσιο σε ασβέστιο, πρωτεΐνες, ριβοφλαβίνη, βιταμίνη Β6 και βιταμίνη Β12. Για την παραγωγή του χρησιμοποιείται αγελαδινό γάλα, πρόβειο, κατσικίσιο, αλλά ακόμα και γάλα από γιακ ή βούβαλο.
Βασικοί «παίκτες» στην παγκόσμια αγορά γιαούρτης αναφέρεται ότι είναι η κινεζική Mengniu Dairy, η Danone, η General Mills και η Nestle. Σημαντικοί επίσης «παίκτες» εκτιμάται ότι είναι οι εξής: Britannia Industries, DMK Deutsches Milchlontor, Ehramann, Emmi, ΦΑΓΕ, Groupo Alpura, Schreiber Foods, Stonyfeild Farm, και Yeo Valley.
Περαιτέρω, η έκθεση αναφέρει ότι η αύξηση του κόστους παραγωγής έχει καταστήσει δύσκολη για πολλούς παραγωγούς την επίτευξη ισορροπίας μεταξύ τιμής και ποιότητας. Το κόστος παραγωγής έχει αυξηθεί και διάφορες άλλες δαπάνες, όπως ενοίκια, ηλεκτρικό ρεύμα και τέλη συντήρησης, έχουν επίσης αυξηθεί. Πολλοί παραγωγοί θεωρούν ότι είναι δύσκολο να επιτευχθεί εξισορρόπηση τιμής και ποιότητας, κατά την προσεχή τετραετία.