Πληθώρα προϊόντων με την ψευδεπίγραφη ονομασία «Φέτα» κατακλύζουν την αυστραλιανή αγορά, σύμφωνα με όσα αναφέρει ο προϊστάμενος του Γραφείου Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων του ελληνικού προξενείου στο Σίδνεϊ, κ. Βαϊανός Ωραιόπουλος –Κελένης.
Όπως ο ίδιος αναφέρει, η ελληνική πλευρά πρέπει να αντιμετωπίσει το ζήτημα περισσότερο με τακτική μάρκετινγκ και δημιουργία νέου «νομικού δεδομένου» μέσω κατοχύρωσης της ονομασίας “The Authentic Greek Feta”, ή και παρόμοιας άλλης ένδειξης, εκτιμώντας ότι νομική καταπολέμηση «αυθεντικότητας» θα είναι κατά πολύ δυσχερέστερη έναντι του μονολιθικού όρου «ΦΕΤΑ».
Όπως αναφέρει στην έκθεσή του, «Κατόπιν έρευνας στις εδώ υπεραγορές, τα ψευδεπίγραφα και παραπλανητικά, για τον καταναλωτή προϊόντα που φέρουν την ονομασία “ΦΕΤΑ” είναι πολλά, κυρίως εγχωρίως παραγόμενα, αλλά και εισαγόμενα από τη Μέση Ανατολή (ΗΑΕ) και τη Βόρειο Ευρώπη (Δανία). Ενδεικτικά αναφέρεται ότι στα ράφια των καταστημάτων μπορεί να συναντήσει κανείς, μεταξύ άλλων ονομασιών, «Fetta Persian» και «Fetta Tasmanian»! Όλα αυτά τα προϊόντα που σαφώς στρεβλώνουν την εικόνα που σχηματίζει ο καταναλωτής για τη φέτα, παρασκευάζονται είτε από γάλα αγελάδος, είτε από κατσικίσιο γάλα. Το ευτύχημα είναι ότι τα συστατικά αυτά αναγράφονται επάνω στη συσκευασία. Στην περίπτωση όμως αυτή εξυπακούεται ότι μόνον οι καταναλωτές-γνώστες του θέματος έχουν τη δυνατότητα να προβαίνουν σε ορθή επιλογή αγορών».
Γεγονός αδιαμφισβήτητο είναι ότι η χώρα μας έχει κατοχυρώσει, εντός της ΕΕ, την ΠΟΠ/ΠΓΕ ονομασία, οπότε κατά εισήγηση του γενικού προξένου Σίδνεϊ κ. Β. Τόλιου, η γνώμη του Γενικού Προξενείου Σίδνεϊ, είναι ότι η εθνική μας προσπάθεια θα πρέπει να αντιμετωπίσει το ζήτημα ίσως περισσότερο με τακτική μάρκετινγκ και δημιουργία νέου «νομικού δεδομένου» μέσω κατοχύρωσης της ονομασίας “The Authentic Greek Feta”, ή και παρόμοιας άλλης ένδειξης απόλυτα συναφούς, η οποία να αναδεικνύει πλήρως και αυτομάτως τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της ταυτότητας του Ελληνικού Προϊόντος έναντι όλων, εκτιμώντας ότι νομική καταπολέμηση «αυθεντικότητας» θα είναι κατά πολύ δυσχερέστερη έναντι του μονολιθικού όρου «ΦΕΤΑ», ενώ ταυτόχρονα ενισχύεται νομικά και ευαίσθητη γεωγραφική πτυχή του ζητήματος. Όπως αναφέρεται, «Αχίλλειο πτέρνα» συνιστά, σύμφωνα με τον ΕΦΕΤ, η παραγωγή και συσκευασία στην Ελλάδα τύπων φέτας πέραν εκείνης με βάση τις καθορισμένες αναλογίες.
Όσον αφορά στη διανομή και συσκευασία προϊόντων που σφετερίζονται την ονομασία ΦΕΤΑ στην αυστραλιανή αγορά, η ετικέτα δεν αναγράφει ούτε και μπορεί να αναγράψει την ένδειξη «Αυθεντική» οπότε σε αυτήν την περίπτωση εκτιμάται ότι με μια εμπορική κίνηση μπορούμε όχι μόνον να διατηρήσουμε ένα σοβαρό μερίδιο αγοράς, αλλά και να το αυξήσουμε αισθητά.
Ο κ. Ωραιόπουλος –Κελένης αναφέρει ότι «Η πολιτική αυτή θεωρώ ότι είναι ιδιαίτερα καθοριστική για την πορεία του προϊόντος στην αυστραλιανή αγορά η οποία πλήρως καταστρατηγεί τις ονομασίες Ευρωπαϊκών ΠΟΠ/ΠΓΕ, ιδιαίτερα στον τομέα των τυροκομικών προϊόντων, με την απλή προσθήκη της ένδειξης “style”, η οποία έπεται της αντίστοιχης γεωγραφικής περιοχής (π.χ. “Greek style”, “Italian style”, κλπ). Toιουτοτρόπως, τυριά όπως Xαλούμι, Pecorino, Parmesan, Mozzarella, Bocconcini, Camembert, Brie, Cheddar Κυπριακής, Ιταλικής, Γαλλικής ή Βρετανικής προέλευσης, παράγονται εγχωρίως και απολύτως νόμιμα (αφού τηρούν τις προδιαγραφές του αυστραλιανού Υπουργείου Γεωργίας), δεδομένου ότι φέρουν την ανωτέρω ένδειξη ή συναφή αυτής. Παράλληλα τονίζω ότι ορισμένα από τα παραπάνω τυριά φέρουν έχουν κατηγοριοποιηθεί ως Generic και όχι απλά ως PDOs ή GIs».
Σύμφωνα με την Αντιπροσωπεία της ΕΕ στην Καμπέρα, η αυστραλιανή κυβέρνηση δεν αποδέχεται την ένταξη της πλειοψηφίας των ευρωπαϊκών τυριών στην κατηγορία GIs ή PDOs στο πλαίσιο της υπό διαπραγμάτευσης Εμπορικής Συμφωνίας-Πλαισίου (Framework Agreement) με την ΕΕ. Σημειώνεται ότι τα τυριά που έχουν ενταχθεί στον κατάλογο Προστασίας Γεωγραφικής Ένδειξης της αρμόδιας αυστραλιανής υπηρεσίας είναι τα εξής τέσσερα: stilton, roquefort, grana padano και parmigiano reggiano.
Όσον αφορά στη νομική διαδικασία κατοχύρωσης της ΦΕΤΑΣ, ως αποκλειστικά ελληνικού προϊόντος, στην αυστραλιανή αγορά, απαιτείται προσέγγιση προς την Υπηρεσία “IP Australia” (http://www.ipaustralia.gov.au) μέσω εξειδικευμένου νομικού γραφείου μέλους του “Institute of Patent and Trade Mark Attorneys of Australia (IPTA)” (http://www.ipta.org.au).
Ο κ. Ωραιόπουλος –Κελένης αναφέρει: «Σχετικώς προσέγγισα δύο εξειδικευμένα νομικά γραφεία, συμφερόντων ομογενών, στην περιοχή της Νέας Νοτίου Ουαλίας, όπου εδρεύει το Σίδνεϊ, και μου εξήγησαν ότι το ζήτημα είναι ιδιαίτερα πολύπλοκο λόγω της τουλάχιστον 90% πώλησης ψευδεπίγραφων προϊόντων στην αυστραλιανή αγορά, στοιχείο που θα σηματοδοτήσει έντονες αντιδράσεις (από ισχυρά επιχειρηματικά λόμπι) και άρα θα σηματοδοτήσει διαδικασίες χρονοβόρες μέχρι την επίτευξη πιθανού ευκταίου αποτελέσματος. Όσον αφορά στο κόστος της όλης διαδικασίας έχω απευθύνει σχετικό ερώτημα με βάση μια ετήσια προσπάθεια διάρκειας 12 μηνών ώστε να έχω μια ένδειξη και θα επανέλθω». Σημειώνεται ότι μέχρι στιγμής, η κατοχύρωση ονομάτων ελληνικών τυροκομικών προϊόντων έχει περιοριστεί σε εμπορικές επωνυμίες που σχετίζονται με τις επωνυμίες των ελληνικών τυροκομικών επιχειρήσεων (Ρούσσας, Δωδώνη, Ήπειρος, Κολιός, Μινέρβα).
Ένα άλλο ουσιαστικό στοιχείο για την ανάδειξη της ελληνικότητας του προϊόντος, επισημαίνεται ότι είναι η προώθηση στις διεθνείς αγορές μιας «διπλής» συσκευασίας της ΦΕΤΑΣ (σε απλή παρουσίαση -σε άλμη ή αεροστεγή- αλλά με χαμηλότερο εύρος τιμής από το υπάρχον, δηλαδή στα επίπεδα των 17-18 δολαρίων Αυστραλίας ανά κιλό και σε γκουρμέ -σε τιμή έως και διπλάσια αναλογικά, η οποία θα δικαιολογείται απόλυτα λόγω αφ’ ενός της ποιοτικής συσκευασίας και αφ’ ετέρου της υψηλής ποιότητας παρουσίας σε διάφορες παραλλαγές, με ελιές διαφόρων τύπων, με ελαιόλαδο και ρίγανη ή θυμάρι, σε κύβους με λιαστή τομάτα από συγκεκριμένη περιοχή της χώρας μας, σε συνδυασμό ξινομυζήθρας-ελαιόλαδου, κάπαρης, κλπ, η οποία μπορεί να καθιερωθεί στα υψηλού εισοδήματος νοικοκυριά, τα οποία είναι και διαμορφωτές της καταναλωτικής γνώμης, μέσω των καταστημάτων ντελικατέσεν).
Έτερο στοιχείο εμπορικής προώθησης που θα πρέπει να εστιάσουμε, αναφέρεται ότι είναι η ολοένα αυξανόμενη τάση για προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας. Σύμφωνα με έρευνα της Εταιρείας Καταναλωτικών Ερευνών “Choice” οι δύο μεγαλύτερες αλυσίδες σουπερμάρκετ στην Αυστραλία, Coles και Woolworths, κάνουν χρήση ιδιωτικής ετικέτας σε εισαγόμενα προϊόντα σε ποσοστό άνω του 40%.
Aπό πλευράς τυροκομικών εταιρειών, δύο είναι οι κύριες αυστραλιανές επιχειρήσεις που καρπούνται την αγορά:
– South Cape Fine Foods (www.southcape.com.au),
– Riverina Dairy (www.riverinadairy.com).
Από πλευράς δικτύων διανομής και σημείων πώλησης, δεν υπάρχει ουδείς περιορισμός καθ’ όσον μπορεί κανείς να εντοπίσει τυροκομικά προϊόντα σε καφέ, μπαρ, ντέλι, εστιατόρια, ξενοδοχεία, σταθμούς βενζίνης, σουπερμάρκετ, μικρά convenience καταστήματα.
Ο μέσος Αυστραλός καταναλώνει περίπου 13 κιλά τυριού ετησίως. Την περίοδο 2010/11 η Αυστραλία παρήγαγε 325.000 τόνους τυριού, εκ των οποίων το ήμισυ κατευθύνθηκε σε εξαγωγές. Η αξία των εξαγωγών ανήλθε στα Α$750 εκατ., ενώ οι εγχώριες πωλήσεις ξεπέρασαν το Α$1,5 δισ. (λόγω των υψηλών mark-ups που παρατηρούνται στον κλάδο). Οι εισαγωγές τυριών προσέγγισαν τους 76.000 τόνους, εκ των οποίων οι εισαγωγές φέτας ήταν 2.000 τόνοι.
Ο εισαγωγικός δασμός για τη φέτα (κωδικός: 04069090) ανέρχεται στο Α$1,22 /kg (για τις εισαγωγικές εταιρείες που δεν συμπεριλαμβάνονται στον κατάλογο ποσοστώσεων του Υπ. Γεωργίας).