Αύξηση αναμένεται να παρουσιάσει η ζήτηση αγροτικών μηχανημάτων στην αγορά της Ρουμανίας, σύμφωνα με το Γραφείο Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων της Ελληνικής Πρεσβείας στο Βουκουρέστι.
Σύμφωνα με την έκθεση, η Ρουμανία αποτελεί μια μεγάλη αγορά για τα ελληνικά δεδομένα, ενώ ταυτόχρονα βρίσκεται σε μικρή γεωγραφική απόσταση από την Ελλάδα. Η ελεύθερη κίνηση των εμπορευμάτων απαγορεύει την επιβολή δασμών ή άλλων φορολογικών μέτρων ισοδυνάμου αποτελέσματος στο εμπόριο μεταξύ κρατών μελών της Ένωσης. Η απευθείας εισαγωγή εμπορευμάτων από τρίτες χώρες, μη μέλη της ΕΕ, υπάγεται στο κοινό δασμολόγιο της ΕΕ. Εμπορεύματα που έχουν εισαχθεί νόμιμα από τρίτες χώρες σε κράτος μέλος της ΕΕ κινούνται ύστερα ελεύθερα εντός της εσωτερικής αγοράς.
Για την αποτελεσματικότερη είσοδο στη ρουμανική αγορά προτείνεται η αναζήτηση ντόπιων συνεργατών, καθώς το κράτος παίζει σημαντικό ρόλο στην οργάνωση της ρουμανικής αγοράς και οικονομίας και οι γραφειοκρατικές διαδικασίες συνήθως είναι πολλές και περίπλοκες.
Προοπτικές
Η ζήτηση για την αγορά τρακτέρ και θεριστικών μηχανών αναμένεται να αυξηθεί, λόγω της έλλειψης τέτοιων μηχανημάτων από τις διαδικασίες παραγωγής καθώς και της επιθυμίας των Ρουμάνων καλλιεργητών να εκσυγχρονίσουν τις μεθόδους παραγωγής τους. Μάλιστα βάσει του ρουμανικού σχεδίου για τη «Βιώσιμη ανάπτυξη της γεωργίας και της βιομηχανίας τροφίμων» ο εκσυγχρονισμός των μεθόδων παραγωγής θα απαιτούσε περίπου 300.000 τρακτέρ, δημιουργώντας κατευθείαν μια ζήτηση ύψους 14 δις δολαρίων.
Ακόμη προοπτικές υπάρχουν στις αγορές των σιλό, των λιπασμάτων και του εξοπλισμού για την κτηνοτροφία και τα πουλερικά. Επίσης προοπτική για τα αγροτικά μηχανήματα και εξοπλισμό μοιάζει να υπάρχει και στον τομέα παραγωγής λαχανικών, οίνου και φρούτων.
Η αγορά αγροτικών προϊόντων στη Ρουμανία
Η Ρουμανία έχει έκταση 238,391 τ. χλμ. Εξ αυτών, το 39,5% περίπου αποτελεί καλλιεργήσιμη γη, γεγονός που κατατάσσει την χώρα στον τομέα αυτό στην 5η θέση στην Ευρωπαϊκή Ένωση μετά την Ισπανία, τη Γαλλία, τη Γερμανία και την Πολωνία. Ωστόσο η Ρουμανία είναι μία από τις χώρες με τη λιγότερο αποτελεσματική χρήση της καλλιεργήσιμης γης, κυρίως λόγω του μεγάλου κατακερματισμού της γαιοκτησίας.
Η γεωργία είναι σημαντική για τη ρουμανική οικονομία, καθώς το 2012 αποτελούσε το 5,3% του ΑΕΠ της χώρας. Μάλιστα, το έλλειμμα στο αγροτικό εμπορικό ισοζύγιο της χώρας μειωνόταν σταθερά μέχρι και το 2011.
Περίπου το 80% των εισαγωγών αγροτικών προϊόντων της χώρας προέρχονται από κράτη- μέλη της ΕΕ, ενώ και τα 2/3 περίπου των αντίστοιχων ρουμανικών εξαγωγών κατευθύνονται προς κράτη μέλη της Ένωσης. Το κρέας, τα σάκχαρα, οι σπόροι και τα πρωτεϊνούχα γεύματα καλύπτουν περίπου το 1/3 των εισαγωγών τροφίμων, ενώ οι εξαγωγές αγροτικών προϊόντων της Ρουμανίας αποτελούνται κυρίως από δημητριακά και σπόρους. Η Ρουμανία κατέχει μία μακρά γεωργική παράδοση. Με μία συμμετοχή περίπου 6% στην σύνθεση του ΑΕΠ, και ήταν ο βασικός παράγοντας της θετικής μεταβολής 3,5% στην ανάπτυξη της ρουμανικής οικονομίας.
Κατά την περίοδο 2014 – 2020, η γεωργία και ο τομέας τροφίμων της Ρουμανίας αναμένεται να απορροφήσουν περίπου 1,4 δισ. ευρώ από τα κοινοτικά ταμεία, με στόχο τις επενδύσεις στον τομέα παραγωγής. Παράλληλα με τις επενδύσεις σε γεωργικά μηχανήματα, σε κτίρια κτηνοτροφίας και εξοπλισμού επεξεργασίας, οι τομείς που θα επωφεληθούν, στο πλαίσιο του νέου προϋπολογισμού, είναι:
■ φρούτα : 260 εκατ. ευρώ για την επαναφύτευση δένδρων και 40εκατ. ευρώ για την επεξεργασία
■ Άρδευση : 325 εκατ. ευρώ
■ Βιολογική καλλιέργεια : 200 εκατ. ευρώ.