Αύξηση του ΑΕΠ κατά 2,5% για το 2015 βλέπει η ΕΕ στις προβλέψεις της για την οικονομία που όμως διατυπώνονται υπό την «αίρεση» της εφαρμογής του προγράμματος. Στο 25% η ανεργία, χρέος στο 170% του ΑΕΠ και «δομικό» πλεόνασμα 1,7%.
Η ελληνική οικονομία άρχισε να αναπτύσσεται και πάλι το β’ τρίμηνο του 2014, καθώς η ιδιωτική κατανάλωση ενισχύθηκε και αυξήθηκαν οι καθαρές εξαγωγές. Όμως η αβεβαιότητα αναφορικά με την κατεύθυνση των πολιτικών, επηρεάζει την εμπιστοσύνη και ίσως περιορίσει την ταχύτητα της ανάκαμψης, λέει στις χειμερινές της προβλέψεις η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Θα πρέπει να σημειωθεί πάντως ότι οι εκτιμήσεις διατυπώνονται λαμβάνοντας ως «προϋπόθεση» τη συνέχιση του προγράμματος προσαρμογής.
Aβεβαιότητα για την ανάπτυξη
Όπως αναφέρεται στις προβλέψεις της Κομισιόν, μετά από έξι χρόνια ύφεσης, η ελληνική οικονομία επέστρεψε το 2014 σε ρυθμούς ανάπτυξης. Το πραγματικό ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 0,4% σε ετήσια βάση το β’ τρίμηνο του 2014 και κατά 1,6% σε ετήσια βάση το γ’ τρίμηνο, με τη στήριξη κυρίως της αύξησης της ιδιωτικής κατανάλωσης και της ισχυρής επίδοσης των εξαγωγών, ιδιαίτερα στον τουρισμό και τη ναυτιλία. Η εκτίμηση για το 2014 είναι για αύξηση ΑΕΠ κατά 1%, υψηλότερα από την προηγούμενη εκτίμησή της.
Οι επενδύσεις αυξήθηκαν το γ’ τρίμηνο του 2014 για πρώτη φορά από το 2008. Η δυναμική της ανάπτυξης ήταν σχετικά ισχυρή το β’ εξάμηνο του έτους, αν και οι πρόωρες εκλογές έχουν επηρεάσει την εμπιστοσύνη και τις επενδύσεις. Μετά την ενίσχυσή του τον Οκτώβριο και τον Νοέμβριο, ο Δείκτης Οικονομικού Κλίματος υποχώρησε στο 98,9 τον Δεκέμβριο, το χαμηλότερο επίπεδο από τον Απρίλιο. Η ανάπτυξη το 2014 εκτιμάται ότι διαμορφώθηκε στο 1,0% σε ετήσια βάση σε πραγματικούς όρους, ωστόσο η αβεβαιότητα εκτιμάται ότι θα επιβαρύνει τον ρυθμό ανάπτυξης το α’ τρίμηνο του 2015.
Η πρόβλεψη της Κομισιόν προετοιμάστηκε υπό την βάση της πλήρης εφαρμογής των δεσμεύσεων του προγράμματος διάσωσης, σημειώνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Υπό αυτή την προϋπόθεση εκτιμά ότι η ιδιωτική κατανάλωση θα ωφεληθεί από την απότομη πτώση στις τιμές του πετρελαίου και τις βελτιώσεις στα διαθέσιμα εισοδήματα των νοικοκυριών. Η ανάπτυξη των εξαγωγών αναμένεται να συνεχιστεί το 2015, λόγω της υποτίμησης του ευρώ, της αύξησης της ανταγωνιστικότητας και των συνεχιζόμενων βελτιώσεων στο επιχειρηματικό κλίμα. Οι επενδύσεις θα σημειώσουν σημαντική ανάπτυξη υπό την προϋπόθεση ότι θα σταθεροποιηθεί το πολιτικό κλίμα. Γενικά, το πραγματικό ΑΕΠ προβλέπεται ότι θα αναπτυχθεί κατά 2,5% το 2015.
Το 2016 η ανάπτυξη του πραγματικού ΑΕΠ προβλέπεται να ενισχυθεί στο 3,6%, καθώς οι επενδύσεις αναμένεται να αυξήσουν τη δυναμική τους, με βάση την εφαρμογή των συμφωνηθέντων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.
Το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών της Ελλάδας προβλέπεται να υποχωρήσει στο 2% του ΑΕΠ το 2014, στο 1,5% το 2015 και στο 0,9% το 2016. Αυτό υπό την προϋπόθεση ότι θα υπάρξει βιωσιμότητα του εξωτερικού εμπορίου, με στήριξη από τις συνεχιζόμενες διαρθρωτικές και θεσμικές μεταρρυθμίσεις.
Έχοντας «κορυφωθεί» το 2013, η ανεργία άρχισε να υποχωρεί το 2014. Yπολογίζεται ότι μειώθηκε στο 26,6% ως αποτέλεσμα της δημιουργίας περίπου 100.000 νέων θέσεων εργασίας στον ιδιωτικό τομέα. η Κομισιόν προβλέπει πως η ανεργία θα υποχωρήσει στο 25% το 2015 και στο 22% το 2016 ως αποτέλεσμα της συνεχιζόμενης ανάπτυξης και της επιτυχίας των προγραμμάτων απασχόλησης.
Οι τιμές καταναλωτή μειώθηκαν κατά 1,4% το 2014, αντανακλώντας την πτώση της τιμής του πετρελαίου, τα χαμηλότερα εργατικά κόστη και το πιο υγιές περιβάλλον ανταγωνισμού στο λιανικό εμπόριο, την υγεία και την ενέργεια. Ο πληθωρισμός αναμένεται να παραμείνει σε αρνητικό πεδίο το 2015 λόγω της συνεχιζόμενης εσωτερικής προσαρμογής και των χαμηλών διεθνών τιμών πετρελαίου, και να γυρίσει σε θετικό πρόσημο το 2016 καθώς θα επιταχύνεται η ανάκαμψη.
Η Κομισιόν σημειώνει πως υπάρχουν ρίσκα λόγω της αβεβαιότητας σε ότι αφορά την κατεύθυνση πολιτικών, που θα μπορούσαν να έχουν βαθύτερη και πιο μακροχρόνια επίπτωση στην εμπιστοσύνη, την κατανάλωση και τις επενδύσεις.
Συνεχίζεται η βελτίωση στα δημόσια οικονομικά
Οι γενικές δημοσιονομικές προοπτικές της Ελλάδας συνεχίζουν να ενισχύονται. Η δημοσιονομική προσαρμογή που επιτεύχθηκε τα τελευταία χρόνια έχει βελτιώσει σημαντικά το δημοσιονομικό ισοζύγιο. Το 2014, προβλέπεται ότι επιτεύχθηκε πρωτογενές πλεόνασμα 1,7% του ΑΕΠ, με βάση τα μηνιαία στοιχεία μέχρι τον Νοέμβριο του 2014.
Το συνολικό έλλειμμα –που δεν επηρεάζεται πλέον από τις τεράστιες έκτακτες επιπτώσεις της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών που κατεγράφησαν το 2012 και ιδιαίτερα το 2013- προβλέπεται τώρα να υποχωρήσει στο 2,5% του ΑΕΠ το 2014.
Σε σύγκριση με τις φθινοπωρινές προβλέψεις, το δημοσιονομικό ισοζύγιο της κυβέρνησης αναμένεται να είναι κάπως πιο αδύναμο το 2014 αλλά ισχυρότερο το 2015, καθώς εκτιμάται ότι φέτος θα εγγραφούν κέρδη από τα ελληνικά κρατικά ομόλογα που είχε στην κατοχή της η Τράπεζα της Ελλάδας το 2014 (περίπου 1% του ΑΕΠ).
Οι προβλέψεις για το 2015 και 2016 υποθέτουν πως η Ελλάδα θα επιτύχει τους στόχους του προγράμματος για πρωτογενές πλεόνασμα, ενώ το οικονομικό κλίμα θα βελτιώνεται και θα συνεχίζεται η δημοσιονομική προσαρμογή.
Για να επιτευχθούν οι δημοσιονομικοί στόχοι και να ολοκληρωθεί η πέμπτη επιθεώρηση του ελληνικού προγράμματος, θα πρέπει να ληφθούν περαιτέρω μέτρα πέραν αυτών που προβλέπονται στον προϋπολογισμό που εγκρίθηκε για το 2015.
Αν υλοποιηθούν οι στόχοι του προγράμματος, η Ελλάδα θα καταγράψει πλεόνασμα της γενικής κυβέρνησης 1,1% και 1,6% του ΑΕΠ το 2015 και 2016. Το διαρθρωτικό ισοζύγιο έχει επίσης «γυρίσει» σε σημαντικό πλεόνασμα από βαθύ έλλειμμα το 2011. Ο λόγος χρέους/ΑΕΠ εκτιμάται πως σταθεροποιήθηκε το 2014, ενώ αναμένεται πως θα σημειώσει σημαντική πτώση το 2015 και 2016, καθώς το πρωτογενές πλεόνασμα συνεχίζει να βελτιώνεται και η οικονομία να αναπτύσσεται με βιώσιμο ρυθμό. Τα ευνοϊκά επιτόκια σε συνδυασμό με το οπισθοβαρές πρόγραμμα αποπληρωμής των δανείων του EFSF θα βοηθήσουν ώστε να διατηρηθεί σε χαμηλό επίπεδο η δαπάνη αποπληρωμής τόκων για μια μακρά περίοδο, παρά το υψηλό χρέος.
Οι κίνδυνοι για τα δημοσιονομικά αποτελέσματα σχετίζονται με μια προσωρινή επιδείνωση της είσπραξης φόρων γύρω στην αλλαγή του χρόνου, που θα αντανακλά την αβεβαιότητα αναφορικά με την εφαρμογή των μέτρων του προϋπολογισμού ή από μια μεγαλύτερη επιβράδυνση της οικονομίας.