Χαμηλότερα από το αναμενόμενο διαμορφώθηκαν οι πωλήσεις της Unilever για το 2014, επηρεασμένες από την επιβράδυνση της ανάπτυξης στις αναδυόμενες αγορές και στην Ευρώπη. Αυξημένα ωστόσο ήταν τα κέρδη του ομίλου.
Όπως ανακοινώθηκε σήμερα, ο κύκλος εργασιών του ομίλου κατέγραψε μείωση της τάξης του 2,7% και διαμορφώθηκε σε 48,4 δις. ευρώ. Εξαιρουμένης της επίδρασης των συγχωνεύσεων και των συναλλαγματικών διαφορών, οι πωλήσεις παρουσίασαν αύξηση κατά 2,9%, η οποία είναι χαμηλότερη από τις προβλέψεις των αναλυτών. Τα προ φόρων κέρδη αυξήθηκαν και διαμορφώθηκαν σε 7,65 δις. ευρώ έναντι 7,11 δις. ευρώ το 2013.
Σχολιάζοντας τα αποτελέσματα, o διευθύνων σύμβουλος της Unilever κ. Paul Polman, αναφέρει: «Παρά την πολύ δύσκολη χρονιά για τον κλάδο μας με σημαντικές οικονομικές αντιξοότητες και υποτονικές αγορές, πετύχαμε για ακόμη ένα έτος ανταγωνιστική ανάπτυξη πωλήσεων και περιθωρίου κέρδους. Αυτή η σταθερή πορεία, που έχει καθιερωθεί τα τελευταία έξι χρόνια, έχει επιτευχθεί κατά τη διάρκεια μιας περιόδου αστάθειας, κατά την οποία έχουμε χτίσει μια πιο ανθεκτική εταιρεία».
“Εμείς δεν προβλέπουμε σημαντική βελτίωση των συνθηκών της αγοράς το 2015. Σε αυτό το πλαίσιο, αναμένουμε παρόμοιες αποδόσεις με το 2014, με το πρώτο τρίμηνο να είναι πιο ήπιο, αλλά με βελτίωση της ανάπτυξης κατά τη διάρκεια του έτους“, αναφέρει ο ίδιος.
Τρόφιμα
Σε ότι αφορά ειδικότερα την κατηγορία των τροφίμων, αλμυρά και dressings αναπτύχθηκαν κατά το 2014, αλλά τα προϊόντα επάλειψης (spreads) υποχώρησαν λόγω της χαμηλότερης ζήτησης των καταναλωτών για μαργαρίνη στην Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική. Η ανάπτυξη στα αλμυρά υποστηρίχθηκε από επιτυχημένες εκστρατείες στις αναδυόμενες αγορές.
Στα spreads η Unilever λανσάρισε συνδυασμούς φυτικών ελαίων με βούτυρο όπως το Gold, από το Flora. Ο όμιλος αύξησε το μερίδιο αγοράς στις μαργαρίνες, αλλά αυτό δεν αρκούσε για να αντισταθμίσει την συνολική πτώση της κατηγορίας που παρουσίασε αποπληθωρισμό των τιμών, κυρίως λόγω του χαμηλότερου κόστους των πρώτων υλών.
Το 2014 η Unilever συνέχισε τις περικοπές του χαρτοφυλακίου της στα τρόφιμα, με μια σειρά πωλήσεων, συμπεριλαμβανομένων των σημάτων Ragu και Bertolli (σάλτσες ζυμαρικών) στη Βόρεια Αμερική και των σνακ με βάση το κρέας με τα σήματα Bifi και Peperami στην Ευρώπη.