Tην έρευνά της στον τομέα της επιγενετικής ενισχύει η Nestle. Πρόκειται για την επιστήμη που εξετάζει τον τρόπο με τον οποίο οι διατροφικές συμπεριφορές και άλλοι περιβαλλοντικοί παράγοντες μπορούν να επηρεάσουν τα γονίδια, την υγεία των γονιών και των παιδιών τους, για τις μελλοντικές γενιές.
Η εταιρεία έχει ανακοινώσει ότι θα συνεισφέρει 22 εκατ. ελβετικά φράγκα (18 εκατ. ευρώ) σε ένα ερευνητικό πρόγραμμα διάρκειας έξι ετών, κάτω από μια διεθνή «συμμαχία» ερευνητών, που συμμετέχουν για λογαριασμό ιδρυμάτων σε Σαουθάμπτον, Όκλαντ και Σιγκαπούρη, απαρτίζοντας την κοινοπραξία EpiGen.
Θα είναι ένα από τα μεγαλύτερα προγράμματα με από κοινού χρηματοδότηση δημόσιου και ιδιωτικού τομέα. Η Nestle συνεργάζεται με την κοινοπραξία από το 2011, μελετώντας το πώς η διατροφή και ο τρόπος ζωής των εγκύων γυναικών επηρεάζουν τη δραστηριότητα των γονιδίων του μωρού τους και το πώς αυτές οι λεπτές επιγενετικές αλλαγές επηρεάζουν στο μέλλον την υγιή ανάπτυξη των παιδιών τους.
“Πρόκειται για μια σημαντική συνεργασία για τη Nestle, καθώς θα συμβάλει στην ανάπτυξη καλύτερης γνώσης για την επίδραση της διατροφής και της γενετικής στην αρχή της ζωής και θα συνεχίσουμε να εμπλουτίζουμε τις γνώσεις μας σε αυτόν τον σημαντικό τομέα,” αναφέρει ο κ. Stefan Catsicas, Chief Technology Officer της Nestle.
“Η συμμετοχή σε μία τέτοιου είδους έρευνα αιχμής σε ένα τόσο ζωτικής σημασίας και συναρπαστικό πεδίο, θα μας επιτρέψει να δημιουργήσουμε προϊόντα που έχουν αποδεδειγμένα θετικό αντίκτυπο στην υγεία των μητέρων και των παιδιών τους. Το να είσαι η ηγέτιδα εταιρεία διατροφής, υγείας και ευεξίας, δεν είναι άλλο, από το να βελτιώνεις την ποιότητα της ζωής των πολιτών”, αναφέρει.
Η συνεργασία έχει ως στόχο τη βελτίωση της διατροφής και τη μείωση των παραγόντων κινδύνου που σχετίζονται με την εγκυμοσύνη, όπως ο διαβήτης της κύησης, ένα αυξανόμενο πρόβλημα που επηρεάζει περίπου το 20% των κυήσεων στην περιοχή της Νοτιοανατολικής Ασίας. Ο διαβήτης κύησης είναι γνωστό ότι επηρεάζει αρνητικά την ανάπτυξη των παιδιών, καθώς και τη μελλοντική υγεία της μητέρας.
«Η επιστήμη δείχνει ότι η διατροφή που λαμβάνουν τα βρέφη και τα μικρά παιδιά στις πρώτες 1.000 ημέρες από τη σύλληψη, έχει μακροχρόνια επίδραση στην υγεία, την ευεξία και την ποιότητα της ζωής τους», αναφέρει ο κ. Heiko Schipper, διευθύνων σύμβουλος της Nestle Nutrition. “Στη Nestlé, αγκαλιάζουμε αυτή τη μοναδική ευκαιρία να γαλουχήσουμε μια υγιέστερη γενιά, παρέχοντάς της προϊόντα βασισμένα στην επιστήμη”.
Περισσότερα: http://www.fdbusiness.com/2015/01/nestle-boosts-research-into-cutting-edge-maternal-nutrition-and-epigenetics/