Ειδήσεις
Home / Οικονομια / ΓΣΕΕ: Ποιοτικά και ανταγωνιστικά προϊόντα χρειάζεται ο αγροτροφικός τομέας

ΓΣΕΕ: Ποιοτικά και ανταγωνιστικά προϊόντα χρειάζεται ο αγροτροφικός τομέας

Την ανάγκη αναπροσανατολισμού του αγροτροφικού τομέα σε ποιοτικά και ανταγωνιστικά προϊόντα με στόχο τις αγορές του εξωτερικού, αλλά και σε τρόφιμα τα οποία ανταποκρίνονται σε καταναλωτικό πρότυπο χαμηλότερου εισοδήματος, επισημαίνει μελέτη του ΙΝΕ-ΓΣΕΕ για τις αναπτυξιακές προοπτικές του κλάδου.
Η αυξανόμενη διεθνοποίηση και απελευθέρωση του διεθνούς εμπορίου αλλά και η επήρεια των μονομερών πολιτικών λιτότητας που επέβαλαν οι διεθνείς πιστωτές στη χώρα, οι οποίες επέδρασαν αρνητικά στα ήδη υπάρχοντα σοβαρά διαρθρωτικά προβλήματα της ελληνικής οικονομίας, έχουν πλήξει σοβαρά και τον αγροδιατροφικό τομέα.

Μάλιστα, όπως σημειώνεται στη μελέτη του Παρατηρητηρίου Οικονομικών και Κοινωνικών Εξελίξεων του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ «Οι αναπτυξιακές δυνατότητες του αγροτροφικού συστήματος στην Ελλάδα», η ανάκαμψή θα απαιτήσει πολύ χρόνο.

Όπως αναφέρεται στη μελέτη, η δραματική συρρίκνωση και απαξίωση της εγχώριας παραγωγικής βάσης την περίοδο 2010-2014 εκτιμάται ότι θα δυσχεράνει για μεγάλο χρονικό διάστημα τις αναπτυξιακές προοπτικές, τόσο λόγω της αποδιάρθρωσης των εγχώριων κλαδικών διασυνδέσεων όσο και της υπονόμευσης των δυνατοτήτων για ένταξη στον διεθνή καταμερισμό εργασίας με ευνοϊκούς όρους (απώλεια θέσης στην εγχώρια και τη διεθνή αγορά, μείωση των επενδύσεων, απαξίωση κεφαλαιουχικού εξοπλισμού, μετανάστευση πτυχιούχων και εξειδικευμένου ανθρώπινου δυναμικού κ.ά.).

Μάλιστα, το ΙΝΕ-ΓΣΕΕ σημειώνει ότι οι ανωτέρω επιπτώσεις αναμένεται να έχουν διάρκεια καθώς η κρίση επέφερε αλλαγές στο καταναλωτικό πρότυπο των Ελλήνων.

Όπως σημειώνεται, στο διάστημα 2009-2013, μειώθηκε η δαπάνη για είδη διατροφής κατά 17,7%. Παρ’ όλα αυτά, η ποσοστιαία συμμετοχή τους στη συνολική δαπάνη των νοικοκυριών αυξήθηκε από 16,4% σε 20,4%. Συγχρόνως, το ημερήσιο κατά κεφαλήν επίπεδο της διατροφής μειώθηκε από 3.542 θερμίδες σε 3.482, ενώ μετατοπίστηκε και η σύνθεση της κατανάλωσης προς είδη χαμηλότερης διατροφικής και χρηματικής αξίας.

Σύμφωνα με τη μελέτη, οι αλλαγές στο καταναλωτικό πρότυπο αντανακλούν τις επιπτώσεις της ύφεσης στο βιοτικό επίπεδο, συγχρόνως όμως συνιστούν απομάκρυνση από το καταναλωτικό πρότυπο των αναπτυγμένων χωρών, καθώς σε μια φυσιολογική αναπτυξιακή πορεία, με την άνοδο του επιπέδου οικονομικής ανάπτυξης, η δαπάνη για είδη διατροφής, σε σχετικούς όρους, φθίνει.

Παράλληλα, η αλλαγή του καταναλωτικού προτύπου μετατόπισε τη ζήτηση, τόσο σε όρους σύνθεσης όσο και σε όρους ποιότητας. Η μείωση της καταναλωτικής δαπάνης για τρόφιμα περιόρισε τη ζήτηση στην εγχώρια αγορά, πίεσε τις τιμές των αγροτικών προϊόντων και το αγροτικό εισόδημα και αποτέλεσε παράγοντα που τροφοδότησε την ύφεση στο τμήμα του πρωτογενούς τομέα που δεν είχε άμεση δυνατότητα εξαγωγικού προσανατολισμού.

Ο συνδυασμός των επιπτώσεων από τη μείωση της δαπάνης για τρόφιμα και από τις αλλαγές στο καταναλωτικό πρότυπο επηρεάζει άμεσα τη ζήτηση, και άρα τον προσανατολισμό της αγροτικής παραγωγής, σε όρους ποσότητας, σύνθεσης και ποιότητας.

Σύμφωνα με το ΙΝΕ-ΓΣΕΕ, η σημασία της συγκεκριμένης διαπίστωσης έγκειται στο ότι, πέραν του προφανούς και αναγκαίου προσανατολισμού της αγροτικής παραγωγής σε ποιοτικά και ανταγωνιστικά προϊόντα με στόχο τις αγορές του εξωτερικού, θα υπάρχει ανάγκη για κάλυψη αναγκών σε τρόφιμα τα οποία ανταποκρίνονται σε καταναλωτικό πρότυπο χαμηλότερου εισοδήματος.

Επίσης, εκτιμάται ότι ενδέχεται να υπάρξει ένταση της πίεσης στην εσωτερική αγορά από εισαγόμενα προϊόντα χαμηλής ποιότητας, η οποία επίσης θα πρέπει να αντιμετωπιστεί. Λαμβάνοντας υπόψη τη δυσμενή κατάσταση της ελληνικής οικονομίας, δεν προβλέπεται σύντομη επαναφορά του κατά κεφαλήν εισοδήματος και του καταναλωτικού προτύπου στα προ κρίσης επίπεδα, και συνεπώς αναμένεται οι ανωτέρω επιπτώσεις να έχουν διάρκεια.