Ξηρασία και καύσωνες, διαδεχόμενοι από καλοκαιρινές καταιγίδες και χαλαζοπτώσεις αποτέλεσαν συχνό φαινόμενο του φετινού καλοκαιριού σε πολλές περιοχές της Ελλάδας, υπενθυμίζοντάς μας ότι η κλιματική αλλαγή επέρχεται μεταβάλλοντας το κλίμα της περιοχής που ζούμε από εύκρατο σε ένα είδος τροπικού.
Και ενώ το κλίμα αποτελούσε πάντοτε έναν από τους προσδιοριστικούς παράγοντες του όγκου και της ποιότητας της σταφυλικής παραγωγής, ειδικότερα φέτος επενεργούν καθοριστικά πολλοί παράγοντες μη προσδιοριστικοί του όγκου παραγωγής, οι οποίοι και αποδεικνύονται σταθμικά βαρύτεροι από οτιδήποτε άλλο στην οικονομία του κλάδου, δημιουργώντας ένα ιδιόμορφο αρνητικό περιβάλλον.
Βασικός οικονομικός παράγοντας φέτος που επηρεάζει τα οικονομικά αποτελέσματα της αμπελουργικής εκμετάλλευσης είναι το υψηλό κόστος των φυτοπροστατευτικών παρεμβάσεων των αμπελουργών, αφού το «ακατάστατο» κλίμα επέβαλε ραντίσματα που σε πολλές περιπτώσεις ξεπέρασαν και τα δώδεκα, προκειμένου να διασωθεί η παραγωγή, αν και αυτό σε πολλές περιπτώσεις δεν ήταν αρκετό. Και ενώ η αύξηση του κόστους παραγωγής όπως είναι αναμενόμενο θα έπρεπε να πιέσει αυξητικά τις τιμές σταφυλιών, η επενέργεια οικονομικής φύσης παραγόντων άσχετων με την αμπελοκαλλιέργεια μπλοκάρει το μηχανισμό διαμόρφωσης των τιμών, αφού οι παράγοντες αυτοί ωθούν τις συναλλαγές και το εμπόριο στη σκοτεινή περιοχή του «μαύρου».
Δεν είναι μόνο πλέον ο ΕΦΚ στο κρασί που έχει οδηγήσει τις μαύρες συναλλαγές στο ασύλληπτο ποσοστό του 70%. Σήμερα έρχεται να προστεθεί και η απροθυμία των αγροτών να εκδώσουν τα προβλεπόμενα παραστατικά διακίνησης και εμπορίας, εξαιτίας της υψηλής φορολογικής και ασφαλιστικής επιβάρυνσης.
Το γεγονός αυτό θα πλήξει ιδιαίτερα την εισκόμιση της παραγωγής στους συνεταιρισμούς, αφού οι τελευταίοι είναι αδύνατον να αποκρύψουν φορολογητέα ύλη.
Και το κακό είναι ότι τα δυο τελευταία χρόνια με την επιβολή του ΕΦΚ στο κρασί, ο κλάδος «εκπαιδεύτηκε» στην άσκηση της παραοικονομίας και η ενδεχόμενη κατάργηση του δε θα σημάνει αυτόματα την επιστροφή στην προγενέστερη κατάσταση.
Επιπλέον και οι πρακτικές του παρελθόντος σχετικά με τα σταφύλια εκτός οινικού τομέα (επιτραπέζια, σταφιδοποιίας) συνεχίζουν να επηρεάζουν αρνητικά το επίπεδο τιμών των οινοσταφύλων, αφού αφενός οι κλιματικές συνθήκες δεν ευνόησαν την εξαγωγική δραστηριότητα και η μόνη διέξοδός τους είναι πάλι ο κλάδος της οινοποιίας και αφετέρου οι τιμές διάθεσης ξεκινούν από τα ασύλληπτα χαμηλά επίπεδα των 0,13 € / kg.
Και ενώ στην παγκόσμια οικονομία και αγορά του κρασιού η μειωμένη προσφορά ανεβάζει τις τιμές, στην Ελλάδα (με εξαίρεση την Σαντορίνη) οι τιμές στις συμπληγάδες της παραοικονομίας, πιέζονται προς τα κάτω, πολλές φορές με την επίκληση της ανταγωνιστικότητας σε σχέση με τους εισαγόμενους οίνους.
Όσοι όμως επικαλούνται την ανταγωνιστικότητα (κυρίως ως προς τις τιμές) των εισαγόμενων οίνων, ξεχνούν ότι οι σχετικά χαμηλές τιμές των ανταγωνιστριών χωρών (Ιταλία, Ισπανία, Βουλγαρία) είναι και προϊόν οργάνωσης και τεχνοκρατικού προσανατολισμού του αντίστοιχου τομέα στις χώρες αυτές (ιδίως στις δυο πρώτες) και όχι προϊόν παραβίασης κάθε όρου υγιούς ανταγωνισμού.
Κατά συνέπεια σε μια μη «ευνομούμενη αγορά» βαρύτερο τίμημα καταβάλλουν οι νόμιμες επιχειρήσεις, που μάλιστα σωβούσης της οικονομικής κρίσης μετατρέπονται σε προβληματικές επιχειρήσεις.
Αναρωτιέται κανείς αν υπάρχει λύση μετά από τόσα χρόνια γνωστών παράνομων πρακτικών που συνεχίζονται. Μα και βέβαια υπάρχει, εφόσον υπάρχει βούληση. Η λύση είναι να πραγματοποιηθούν έλεγχοι κυρίως ΤΩΡΑ εν μέσω τρύγου, αλλά και μετά την ολοκλήρωσή του και να τιμωρηθούν παραδειγματικά οι παραοικονομούντες.
Σε πρόσφατη συνάντηση με την υφυπουργό Οικονομικών Κ. Παπανάτσιου, η ΚΕΟΣΟΕ εκτός των άλλων πρότεινε να θεσμοθετηθεί η διακριτή εμφάνιση και κατηγοριοποίηση στις αποδείξεις λιανικής πώλησης που εκδίδουν τα σημεία εστίασης, των ειδών «Οίνος» και «Αποσταγμάτων αμπελοοινικής προέλευσης». Στο τέλος της ημέρας με την έκδοση των συγκεντρωτικών πωλήσεων (Ζ) και την ξεχωριστή εμφάνιση των δυο ειδών θα μπορεί να υπολογισθεί η πωληθείσα ποσότητά τους. Το γεγονός αυτό θα οδηγήσει στη συνέχεια στην διακρίβωση και συσχέτιση των δηλωμένων ποσοτήτων που αγοράστηκαν, από τις επιχειρήσεις εστίασης.
Το επιτελείο του υπουργείου Οικονομικών θεώρησε ενδιαφέρουσα την πρόταση της ΚΕΟΣΟΕ, η οποία για να μπορέσει να αξιοποιηθεί εμπεριέχει την προϋπόθεση ότι ο καταναλωτής θα επιμένει στην έκδοση απόδειξης από τα σημεία εστίασης. Ο περαιτέρω έλεγχος της αλυσίδας των συναλασσομένων επιχειρήσεων (ιχνηλασιμότητα), θα οδηγήσει είναι βέβαιο στις πηγές του προβλήματος.
Πηγή: keosoe.gr