Ειδήσεις
Home / Top Slider / Βογιατζάκης (Μαρινόπουλος): Οι επιχειρήσεις δεν αντέχουν άλλο

Βογιατζάκης (Μαρινόπουλος): Οι επιχειρήσεις δεν αντέχουν άλλο

Μονόδρομο για την οικονομική ανάκαμψη της Ελλάδας αποτελούν η συνεργασία του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, αλλά και η ανάπτυξη μέσα από ρίσκα που καλούνται να πάρουν τα στελέχη επιχειρήσεων, όπως τόνισε στην ομιλία του ο Γιώργος Βογιατζάκης, Διευθύνων Σύμβουλος & Γενικός Διευθυντής Μαρινόπουλος ΑΕ στο Συνέδριο επιχειρηματικότητας της Ναυτεμπορικής με θέμα «Επιχειρώντας στο μέλλον 2015 – 2020».

Αναφερόμενος στην πορεία των διαπραγματεύσεων της κυβέρνησης με τους θεσμούς ο κ. Βογιατζάκης , σημείωσε πως ναι μεν η αγορά αντιλαμβάνεται τους λεπτούς χειρισμούς που απαιτούνται για την επιτυχή κατάληξη της διαπραγμάτευσης, ωστόσο τόνισε ότι «ο χρόνος για την οικονομία δεν είναι ατελείωτος. Οι επιχειρήσεις δεν αντέχουν άλλο. Χρειάζονται οξυγόνο και σταθερότητα.  Οι εταίροι μας καλούνται να δώσουν την ανάσα που απαιτείται για να ανακουφιστεί η χώρα από την ύφεση, και εμείς, να εξαλείψουμε τις αδράνειες του χτες, υιοθετώντας όλες τις αναγκαίες – κομβικές διαρθρωτικές αλλαγές».

Στη συνέχεια ο  κ. Βογιατζάκης στάθηκε ιδιαίτερα στο τι ζητά η αγορά για να επιτύχει εποικοδομητικές συνεργασίες και ανάπτυξη.

Όπως ανέφερε «Η  αγορά ζητεί ένα επιχειρηματικό περιβάλλον σταθερό και φιλικό. Ζητεί να δοθούν άμεσα και απτά παραδείγματα πως η κυβέρνηση αντιλαμβάνεται ότι χωρίς επιχειρήσεις η χώρα δεν μπορεί να περπατήσει. Ζητεί μέτρα για τη μείωση του υψηλού ενεργειακού κόστους, των υπέρμετρων φορολογικών επιβαρύνσεων, καθώς και του μη μισθολογικού κόστους στις επιχειρήσεις. Ζητεί ένα φιλικό, διαφανές, σταθερό φορολογικό σύστημα. Ζητεί λιγότερη γραφειοκρατία, περισσότερη τεχνολογία, μεγαλύτερη ευελιξία από το δημόσιο. Ζητεί ένα ταχύτερο πλαίσιο αδειοδοτήσεων. Ζητεί τη δημιουργία νέων πηγών χρηματοδότησης, όπως και νέα εργαλεία χρηματοδότησης».

Πέρα όμως από τα «θέλω» της αγοράς, ο Διευθύνων Σύμβουλος & Γενικός Διευθυντής Μαρινόπουλος παρουσίασε και την άλλη πλευρά του νομίσματος, τι συνεισφέρει δηλαδή η ίδια η αγορά για την επιστροφή της χώρας στην ανάπτυξη.

Όπως είπε «Παρά τη μεγάλη συρρίκνωση κατά 25% του ελληνικού ΑΕΠ στα χρόνια της ύφεσης, αλλά και τη μείωση των επενδύσεων σε πάγια κατά 62% την περίοδο 2008 – 2012, καθώς και το μηδενισμό της χρηματοδότησης, υπάρχουν τομείς που  εκπέμπουν φωτεινά σήματα.

Ένας από αυτούς τους τομείς που πρωτοστατεί στηρίζοντας την οικονομία, είναι ο τουρισμός, που κάθε χρόνο ανεβαίνει και ψηλότερα. Εξασφαλίζει, πλέον, ετήσια έσοδα άνω των 20 δισ. ευρώ, προσελκύοντας πάνω από 13 εκατ. ξένους τουρίστες κάθε χρόνο.

Άλλος θετικός τομέας είναι οι εξαγωγές, που, μέσα σε αυτό το δύσκολο περιβάλλον αποτέλεσαν σανίδα σωτηρίας για την οικονομία. Καταγράφοντας την πορεία των εξαγωγών τα έτη 2008 – 2014, υπήρξε αύξηση της συνολικής αξίας τους κατά 27%, με μέσο ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης 5%.

Αισιοδοξία εκπέμπει και το λιανικό εμπόριο. Στηρίζοντας το εμπόριο χονδρικής και τη μεταποίηση, το 2011 κατείχε το 8,8% του ΑΕΠ, συμβάλλοντας σε αυτό,  άμεσα και έμμεσα 16 δισ. ευρώ. Τα τελευταία στοιχεία, αυτά του 2014, δείχνουν ότι ενίσχυσε τη συμβολή του στην οικονομία κατέχοντας το 9,3% του ΑΕΠ, ενός μικρότερου βεβαίως σε αξία ΑΕΠ, διατηρώντας ωστόσο σχεδόν αμετάβλητη την αξία της συμμετοχής του στα 14,5 δισ. ευρώ.

Το 2011 το λιανικό εμπόριο επιμένοντας επενδυτικά υποστήριξε 187.000 θέσεις άμεσης εργασίας και 95.000 θέσεις έμμεσης εργασίας, ενώ, αθροίζοντας τις άμεσες και έμμεσες θέσεις τις οποίες πριμοδοτεί στη μεταποίηση και το χονδρικό εμπόριο, το λιανεμπόριο στήριξε συνολικά 545.000 εργαζόμενους».

Οι επενδύσεις

Σε ότι αφορά τις επενδύσεις, ο κ. Βογιατζάκης σημείωσε πως ο κλάδος του εμπορίου συνεχίζει να επενδύει με αμείωτους ρυθμούς.

«Όλα αυτά τα χρόνια, στο επίκεντρο των επενδύσεων βρέθηκε η αγορά των σούπερ μάρκετ, που πέραν των άλλων, μόνο το 2014 επέστρεψε στους καταναλωτές προσφορές συνολικής αξίας 750 εκατ. ευρώ  ή σε μέσα επίπεδα, όφελος ανά νοικοκυριό 160 ευρώ, μειώνοντας τις πραγματικές τιμές κατά 7%.

Ταυτόχρονα, αντιμετώπισε μια δραματικά μειούμενη κατανάλωση.  Κέρδισε όμως το στοίχημα, περιορίζοντας την πτώση στα περίπου 11 δισ. ευρώ το 2014 από 12,4 δισ. ευρώ που ήταν ο συνολικός τζίρος το 2010,  με τη μέση δαπάνη, ανά αγορά, να μειώνεται στα 50,2 ευρώ από 57,7 ευρώ τέσσερα χρόνια πριν».

Αναφερόμενος ειδικά στις επενδύσεις της Μαρινόπουλος, ο κ. Βογιατζάκης σημείωσε ότι η εταιρεία όλα αυτά τα χρόνια επέμεινε επενδυτικά, επεκτείνοντας το δίκτυό της, δίνοντας έμφαση στην καινοτομία, στηρίζοντας το προσωπικό της και δημιουργώντας νέες θέσεις εργασίας.

«Σήμερα, η Μαρινόπουλος αποτελεί το μεγαλύτερο ιδιώτη εργοδότη με 13.000 θέσεις εργασίας, αλλά και το μεγαλύτερο δίκτυο λιανικής με 1023 σημεία πώλησης. Η Μαρινόπουλος… θα μου επιτρέψετε να πω ότι, στήριξε και στηρίζει περισσότερο από κάθε άλλη επιχείρηση τους Έλληνες παραγωγούς, αποτελώντας σταθερή πηγή ρευστότητας για τη μεταποίηση, για τις Ελληνικές και πολυεθνικές παραγωγικές εταιρείες.

Στο Μαρινόπουλο καθ΄ όλη τη διάρκεια της ύφεσης δεν φοβηθήκαμε τις επενδύσεις. Το αντίθετο. Μόνο την περίοδο 2012 – 2014 επενδύσαμε  250 εκατ. ευρώ, επεκταθήκαμε  στη χονδρική, διευρύναμε την αγορά του franchise, έχοντας σήμερα στο δυναμικό μας 561 σημεία δικαιόχρησης. Θέσαμε υπό το σήμα μας μικρότερες εταιρείες διασώζοντας χιλιάδες θέσεις εργασίας. Δημιουργήσαμε  συνέργειες με τρίτες εταιρείες στο χώρο του εμπορίου. Αναβαθμίσαμε  τις ηλεκτρονικές πωλήσεις, καθιερώσαμε νέα – πρότυπα μοντέλα καταστημάτων, ενώ δεν ξεχάσαμε τον Έλληνα άνεργο, τον συνταξιούχο που είδε τις απολαβές του να χάνονται. Αναλάβαμε σειρά δράσεων εταιρικής υπευθυνότητας και βρεθήκαμε δίπλα σε 600.000 οικογένειες που ζουν στα όρια της φτώχειας».

Κλείνοντας την ομιλία του ο κ. Βογιατζάκης εξέφρασε τη βεβαιότητα ότι «επιχειρηματίες και στελέχη, θα συνταχθούμε σύσσωμοι, υποστηρίζοντας συνεργασίες ουσίας, καθώς και στρατηγικές συνεργιών δίχως εγωκεντρισμούς ή ακραίες συμπεριφορές. Έχοντας ως όραμα μόνο την ανάπτυξη. Την ανάπτυξη των εταιρειών μας και άρα της οικονομίας μας, αλλά και τη στήριξη της κοινωνίας μας».